knock stick - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

knock stick - translation to ρωσικά

СТРАНИЦА ЗНАЧЕНИЙ
Knock-knock (Игра); Knock-knock; Knock, Knock

knock stick      

нефтегазовая промышленность

приспособление для регулировки уравнительного винта во время бурения

knock in         
GENETIC ENGINEERING METHOD
Knockin mouse; Knock-in; Knock in; Gene Knock-in; Gene knockin

['nɔk'in]

фразовый глагол

общая лексика

вбивать

разговорное выражение

достучаться

попасть домой (после того как ворота закрываются на ночь)

knock in         
GENETIC ENGINEERING METHOD
Knockin mouse; Knock-in; Knock in; Gene Knock-in; Gene knockin
knock in вбивать to knock into one соединить

Ορισμός

knock
I
n.
thumping noise
1) engine knock
2) a gentle; loud knock
3) a knock at, on (a knock at/on the door)
blow
(colloq.)
4) hard knocks (she has taken some hard knocks in her life)
II
v.
1) ('to rap') to knock loudly
2) (colloq. ) (d; intr.) ('to wander') to knock about, around (he knocked around the western part of the state for a few months)
3) (d; intr., tr.) ('to strike') to knock against (she knocked her head against the ceiling)
4) (D; intr.) ('to rap') to knock at, on (to knock at/on the door)
5) (d; tr.) ('to pound') to knock into (to knock some sense into smb.'s head)
6) (d; tr.) to knock off ('to fell') (he knocked me off my feet)
7) (d; tr.) ('to remove') to knock out of (the impact knocked two teeth out of his mouth)
8) (N; used with an adjective) ('to render by striking') to knock smb. cold
9) (P; tr.) ('to render by striking') she knocked me down
10) (misc.) knock it off! (slang) ('stop!')

Βικιπαίδεια

Тук-тук-тук

Тук-тук-тук:

  • «Тук-тук-тук» — компьютерная игра в жанре survival horror, разработанная российской студией Ice-Pick Lodge.
  • «Тук-тук-тук» — рассказ детского писателя Николая Николаевича Носова.
Μετάφραση του &#39knock stick&#39 σε Ρωσικά